Κυριακή 29 Ιανουαρίου 2017

Ο φούρνος του μπάρμπα - Παναγή στην Κυψέλη

φωτογραφία του κ. Δημ. Ζάμπου

Η ιστορία  του ψωμιού στην Αίγινα περνά από τον αξεπέραστο φούρνο της Κυψέλης.

  Για πολλές δεκαετίες το καλό παξιμάδι ήταν συνώνυμο με τον μπάρμπα - Παναγή, το φούρναρη της Κυψέλης. Πολλές δεκαετίες - ακόμα και πριν τον πόλεμο του '40 - λειτουργούσε στην πλατεία της Κυψέλης ο παραδοσιακός φούρνος  του Παναγιώτη Μωρόγιαννη ο οποίος  έκαιγε μόνο ξύλα. Το ψωμί αλλά και τα πασίγνωστα σκληρά παξιμάδια  του τον είχαν κάνει γνωστό όχι μόνο σε όλη την Αίγινα αλλά και εκτός νησιού.
   Οι παραθεριστές και οι επισκέπτες έφευγαν πάντα φορτωμένοι με παξιμάδια από τον μπάρμπα - Παναγή και η απογοήτευσή τους ήταν μεγάλη όταν είχαν τελειώσει και έφευγαν με άδεια χέρια. Μισάνοιχτη η παλιά ξύλινη με ώχρα βαμμένη πόρτα σε  εισήγαγε σε έναν άλλο κόσμο. Αριστερά ο μεγάλος όγκος  του φούρνου, μαυρισμένος από τα χρόνια, μεγάλα φτυάρια φούρνου σε διάφορα σημεία, ο μεγάλος πάγκος στη μέση  του μαγαζιού φορτωμένος με λαμαρίνες και ψωμιά, ενώ στα δεξιά κάποιες παλιές προθήκες φιλοξενούσαν τις κουλούρες, τις φρατζόλες και τα παξιμάδια. Ο μικρός πάγκος με την παλιά σιδερένια ζυγαριά, εκεί που ζυγιζόταν το ψωμί, εκτελούσε χρέη ταμείου. Και πίσω από αυτόν ο μπάρμπα - Παναγής και κυρά - Βάσω, χαμογελαστοί απλοί και λιγομίλητοι, πάντα με τα ίδια ρούχα της δουλειάς, σκονισμένοι από το αλεύρι. και στο βάθος μια σκοτεινή αίθουσα με τα σακιά  το αλεύρι.
   Πόσες ιστορίες, πόσοι πελάτες, πόσοι τόνοι ψωμιού. Μια ζωή ολόκληρη. Εικόνες και μυρωδιές  από ξύλο και φρέσκο ψημμένο ζυμάρι.
   Ο φούρνος  του μπάρμπα - Παναγή φάνταζε  σαν σκηνικό από ταινία ή σήριαλ εποχής. Είχε μια αυθεντικότητα και μια γνήσια λαϊκότητα  που δύσκολα κάποιος που δεν την αντίκρισε, μπορεί να καταλάβει.
    Ο  φούρνος λειτούργησε μέχρι τη δεκαετία  του '80 ίσως αρχές  του '90. Το κτίριο σήμερα παραμένει κλειστό.

   Να ευχαριστήσουμε τον κ. Δ. Ζάμπο για αυτή  την φωτογραφία που ανέβασε  στο Fb  και μας  χάρισε αυτό το ταξίδι.
   Ο μπάρμπα - Παναγής ορθός στο κεφαλόσκαλο χαιρετά και συνομιλεί με κάποιον περαστκό ή πελάτη. Συγχρόνως έτσι χαμογελαστός όπως ήταν πάντα  λες και αποχαιρετά μια ολόκληρη εποχή.